Hunger Games

Deep in the meadow, hidden far away
A cloak of leaves, a moonbeam ray
Forget your woes and let your troubles lay
And when it's morning again, they'll wash away
Here it's safe, here it's warm
Here the daisies guard you from every harm
Here your dreams are sweet and tomorrow brings them true
Here is the place where I love you.

Πέμπτη 23 Φεβρουαρίου 2012

Saddarkgriefhate all together


Θέλω απλά να κουλουριαστώ σε μία μεγάλη μπάλα και να αρχίσω να κλαίω και να κλαίω και να βγάλω τα πάντα, τα πάντα από μέσα μου. Το γεγονός πως δεν είμαι αρκετή-ποτέ δε θα είμαι. Το γεγονός πως τα ντεζά βου, στις φιλίες και σε όλα, χτυπάνε ανησυχητικά κόκκινο, και απειλούν πάλι να μου γ@μήσουν την ψυχολογία. Το γεγονός πως δε διαβάζω, δε θα περάσω, δε θα περάσω, δε θα περάσω. Δεν ξέρω τι παραπάνω ακριβώς πρέπει να κάνω, γιατί έχω κουραστεί, θέλω να κοιμηθώ, θέλω να βγω, θέλω να γελάσω, θέλω να κοιμηθώ, θέλω να μιλήσω 5 ώρες στο τηλέφωνο και να κοιμηθώ 6 ώρα το ξημέρωμα για να δω την ανατολή και να κάτσω στην ταράτσα να μετρήσω όλα τα αστέρια και να κάνω ό,τι έχω στερηθεί τα τελευταία…χμ…6 χρόνια ίσως και άντε, ας μην υπερβάλλω, έστω τα τελευταία 3 του Λυκείου. Θέλω να μυρίσω το κάθε λουλούδι και να πάω στη Θεσσαλονίκη και να δώσω στην Κωνσταντίνα μία μεγάλη αγκαλιά και να μάθω τι τρέχει με την Αλεξάνδρα και απλά να τα αφήσω όλα, όλα, όλα πίσω μου. Όλα. Τα πάντα και το τίποτα, τη λύπη και τη χαρά, απλά να ζήσω ξανά όπως εκείνες τις 4 μέρες που ήταν σαν να ήμουν από πάντα εκεί, που ένιωθα να είμαι εγώ που είμαι, που γέλαγα ελεύθερα και μπορούσα να ονειρευτώ και να πω μια βλακεία και άλλη μία και κανείς να μην πει κουβέντα και κανείς να μην ειρωνευτεί και όλοι να γελάνε και να πιανόμαστε χέρι-χέρι και να είμαστε φίλοι, φίλοι, φίλοι, φίλοι, φίλοι, φίλοι Φ Ι Λ Ο Ι.
Αλλά ξέρω πως δε θα ξαναρθεί αυτό και δε θα ξαναρθεί, δε θα ξαναρθεί, δε θα ξαναρθεί. Δε διαβάζω και δε θα περάσω και δε θα τα ξαναζήσω αυτά και απλά δε ξέρω. Νιώθω έτοιμη να κλάψω και θέλω να ζωγραφίσω αλλά ούτε αυτό μπορώ να κάνω γιατί τα σχέδια βγαίνουν αισχρά και κλαίω και πονάω και βρίζω και είμαι ένα μάτσο κομμάτια που δε μπορούν να ενωθούν και θέλω μια αγκαλιά αλλά πού είναι η αγκαλιά;
Και πάλι ξεκινώ  τους εγωισμούς μου και συμπεριφέρομαι σαν να υπάρχω μόνο εγώ και μετά νιώθω τύψεις και τύψεις και τύψεις και τύψεις και τύψεις και τίποτα άλλο πια. Δεν ξέρω τι να κάνω, όλα αυτά έχουν έρθει να με κάνουν άνω κάτω. Πονάω βρίζω κλαίω πετάω πέρα τα βιβλία δε μπορώ να ζωγραφίσω δεν ακούω μουσική δεν είμαι εγώ.
Στα σκατά να πάνε όλα αυτά που με κάνουν έτσι.
Και συν τοις άλλοις έχω ξεχάσει και το δικό μου μπλογκ και τα άλλα. Νάις.


Τετάρτη 25 Ιανουαρίου 2012

Who was she?

 Αυτοτελές κείμενο.





Alice Turner got up from her bed. It was 6:30 a.m. She had to get ready. It was her special day. Everything would have to be perfect.
Alice was only 21. She had a mother named Helen who worked as a nurse at the local hospital. She had an older sister, Lizzie, who was about 28 now. Her sister was her prototype. Always with an A+ in the report card, studied in Law School of Yales. A dream sister and a lovely daughter anyone would have wanted.
Alice tried really hard on her whole life to look like her sister. She studied, studied, studied. She made it to Yales as well, but she studied in Economics, because she thought of it as a more entertaining subject and her mother used to tell to her that it would get her a job for sure.
Last day was her graduation day from Yales.  She was invited to a party, but she could not attend it. Today was her special day you see. The day of her job interview. She would success, she knew. Everything will be perfect, that’s what she kept telling herself. She had loved this company ever since her mother talked to her about it.
‘I’m really proud of you honey,’ her mother said when she got down for breakfast. ‘This suit looks perfect on you. Everything is going to be perfect. Everything. You will do it. And every extra hour, every extra night in this hospital would not have been wasted in vain.’
Alice knew she couldn’t disappoint her mother. She sacrificed everything for her and her sister. She would make her proud. She would make her smile.
She got the train and went to the centre of thw town. It was full of people in suits, with briefcases and cell phones. She would be like them too, one day. Maybe tomorrow she would be like them too. Maybe that would make her mother even more proud of her. And that way she would be more like Lizzie.
She step into the building in which her job interview was held. She was maybe one of the hundreds who wanted this place, the economic advisor. But she would get it. She had to make mother proud.
They called her name. She went to the office of the CEO of the company. She was a lady in a blue suit, with greyish hair and glasses.
‘So Miss Turner, you have an impressive biography here. Hundreds and hundreds of young people want this position. Your skills seem to fit our expectations, but why should we choose you? What makes you different? Tell us, who really is Alice Turner?’ the CEO said.
‘I…well I am… I…’
Alice was stunned. Years of studying and now that? What kind of question was that? It was never mentioned in any kind of book or handbook or anything!
‘I am sorry for wasting your time,’ she said and escaped from there.
She walked in the streets. Lost. Why did this happen? Was she not prepared enough?
And this question kept troubling her mind. Who was she? She was Alice Turner. Yeah. She was Alice Turner. But who was she? What kind of music did she like? Did she even like music? Her mother always used to tell that music would not help her concentrate in studying. And what about books? She never read any of them, only the ones she had to read. She didn’t even had a taste in clothes. Who was she? Was she Alice Turner? Or was she just an automaton that just kept reading to keep her mother in peace?
She was nothing. She was just a failure of her mother’s dream that never came to life. Without making her dreams true, she had to make her kids do it for her.
And now Alice Turner had nothing but a name, a surname and her genetics to identify her.
She sighed. Now it was time to find out who Alice Turner really is.


Δευτέρα 23 Ιανουαρίου 2012

Selfish

What's with these harsh words of criticism
all I ever did was do what I was told
above and beyond my call of duty even

But the harsh blows of your speech hurt
why did I even ever bother trying to impress you
there's no point in my pride either
all that feeling receives is a judgmental quarrel

My work here is through
emotions and all else fail, so why bother
the corner of the room seems so inviting
crawl away like the pathetic worm I am
off I hide to hinder my wounds and stitch myself together
a self centered bitch has no rank among her foes

Τετάρτη 11 Ιανουαρίου 2012

....Insert title here...

Σκέφτομαι για μία ακόμη φορά να κλείσω το μπλογκ. Πρωτότυπο ε;
Απλά πλέον δεν είναι όπως ήταν παλιά. Έχει καταντήσει μονότονο και εγωκεντρικό καθώς ως επί τω πλείστω είμαι εγώ και γκρινιάζω, γκρινιάζω, γκρινιάζω, το μονόχνωτο και βαρετό εγώ μου. Οι αναρτήσεις μου δεν ξέρω αν έχουν νόημα πια για ‘μένα την ίδια.
Και ξέρω ένα: Fairytales, forgotten or not, are still fairytales. They can never be true. Never.

 Θα δω τι θα κάνω. Ούτως ή άλλως οι αναρτήσεις μου και το διάβασμα άλλων αναρτήσεων είναι αραιές διότι διαβάζω -.-













Send me your flowers of your December,
Send me your dreams of your candied wine.
I've got just one thing I can't give you...
Just one more thing of mine

Κυριακή 1 Ιανουαρίου 2012

Happy New Year


Ήταν ένα πολύ όμορφο τετραήμερο στην πόλη που αναμένεται να με φιλοξενήσει τα επόμενα 4-5 χρόνια-αν περάσω.
Πέρασα πάρα πολύ όμορφα.
Ήταν υπέροχα.
Μπήκα σε ένα σπίτι στολισμένο με δέντρο και λαμπάκια και κοιμόμουν στο ίδιο δωμάτιο με ένα πρόσωπο που αγαπώ. Και μάλιστα ένα βράδυ ήρθε και το πιο σούπερ τέλειο (και σέξι) σκυλί του κόσμου, η Ντόλι, να μας κάνει παρέα.
Και γνώρισα εκπληκτικά άτομα.
Πρώτα ήρθε ο Σαράντης. Οκέι, ίσως μερικές φορές να είναι stubborn και να παρεξηγεί κάποια πράγματα. Ίσως μου θυμίζει αυτό που έλεγε η Λούνα για την Ερμιόνη, πως η δεύτερη είναι στενόμυαλη. Ωστόσο δεν παύω να το θεωρώ φίλο.  
Μετά γνώρισα τον Τάσο. Μου φάνηκε πολύ καλό παιδί και μου θύμισε τον εαυτό μου, έτσι που έμενε εκτός συζητήσεων που και που. Τον συμπάθησα πάρα πολύ, και ξέρει και μπιρίμπα xD Είμαι σίγουρη πως θα κάνουμε πολύ παρέα όταν θα πάω πάνω και πολύ χάρηκα όταν μου είπε πως με συμπάθησε :D
Μετά ήρθε ο Μιχάλης. Ήθελα τόσο πολύ να γνωρίσω αυτό το άτομο από κοντά. Το είπα και στην Κωνσταντίνα. Χωρίς κάποιο ιδιαίτερο λόγο (ξέρω ‘γω 2 χρόνια παρέα ή οτιδήποτε άλλο) έχω δεθεί πάρα πολύ μαζί του (χωρίς απαραίτητα να ισχύει και το αντίστροφο) και ήθελα να τον γνωρίσω. Μου έχει μείνει η αίσθηση πως δεν τον ‘χόρτασα’ που λέμε, δεν τον είδα αρκετά. Ούτε καν φωτογραφία μαζί δε βγάλαμε :/
Και οκ, η Κωνσταντίνα είναι απλά η Κωνσταντίνα. Πέρασα υπέροχα μαζί της. γελάσαμε, βγάλαμε άκυρες φωτογραφίες, γελάσαμε, μιλήσαμε για χαρακτήρες, για βιβλία, για parodies, για τα πάντα. Και ξέρω πως είναι κολλητή μου και πως θα περάσουμε τέλεια όταν θα συγκατοικήσουμε :D
Και ξέρω πως πέρασα καλά γιατί ένιωθα μοναχικά. Γιατί όταν βγήκαμε από τη Θεσσαλονίκη ήμουν έτοιμη να αφήσω τα δάκρυά μου να κυλίσουν, όπως κυλούσαν οι σταγόνες του πάγου που έλιωνε στο παράθυρο του λεωφορείου. Γιατί ένιωσα ένα σφίξιμο όταν, αφού αγκάλιασα την Κωνσταντίνα για πολύ ώρα και ανέβηκα πάνω, μια συνεπιβάτης μου είπε: «Δε μπορείς να αφήσεις τη φίλη σου ε;». Γιατί ένιωθα πολύ μόνη όταν γύρισα. Γιατί παρότι έχω και εδώ άτομα που αγαπώ, ξέρω πως δεν είναι το ίδιο. Γιατί πέρασα όμορφα. Ήταν τέσσερις μέρες χωρίς σκοτούρες, γεμάτες γέλιο. Γέλιο και φίλους.
Τους αγαπώ. Και θα περάσω εκεί μόνο και μόνο για να γελάω τις περισσότερες μέρες του χρόνου.
Καλή Χρονιά να έχουμε, με υγεία και ευτυχία και να πραγματοποιηθούν όλα μας τα όνειρα και όλες μας οι ευχές.

Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2011

Orange Marmalade


This is the story of a girl.
Καθώς καθόμουν στο mangahere.com και έψαχνα στο shoujo section γιατί έχουν περάσει αιώνες από τότε που διάβασα ένα καλό shoujo πετυχαίνω αυτό. Το Orange Marmalade.
Αν και κορεάτικο(δεν πολυδιαβάζω τα κορεάτικα διότι είναι σαν μάνγκα, αλλά τα διαβάζεις από τα αριστερά στα δεξιά και όχι από τα δεξιά στα αριστερά όπως σε όλα τα manga, οπότε ψιλοχάνομαι με αυτά :Ρ) το λάτρεψα. Τελείωσα 42 κεφάλαια σε…2-3 μέρες; :Ρ

Baek Ma Ri

Πρωταγωνίστρια η Baek Ma Ri. 18 ετών με μαύρα-μπλε μαλλιά και μαύρα-μωβ μάτια. Δεύτερη τάξη του Λυκείου. Έχει ως οικογένεια τους γονείς της, τον 5χρονο αδερφό της και τη θεία της, που είναι αδερφή της μαμάς της.
Είναι βρικόλακας.
Οι βρικόλακες έκαναν συμφωνία με την ανθρωπότητα και άρχισαν να πίνουν υποκατάστατο αίμα-αίμα γουρουνιού. 200 χρόνια μετά, άλλαξε η σωματική τους σύσταση. Οι κυνόδοντές τους είναι πολύ μαλακοί, πλέον δεν κόβουν δέρμα. Ζουν πια μόνο μέχρι τα 90, ενώ παλιά μέχρι τα 150. Θεραπεύονται γρήγορα. Μπορούν να βγουν πλέον στο φως του ήλοι χωρίς να πάθουν κάτι, ωστόσο κρυώνουν πολύ εύκολα(η Ma Ri συνεχώς φοράει κασκόλ και χοντρή ζακέτα και είναι μόλις Σεπτέμβρης-Οκτώβρης :Ρ). Δεν είναι πολύ δυνατοί.
Οι άνθρωποι ξέρουν πως υπάρχουν. Αν το μάθουν όμως φρικάρουν. Η Ma Ri ήταν στο δημοτικό όταν ήταν χαρούμενη. Είχε κάνει φίλους. Χαμογελούσε. Όμως μετά έμαθαν πως είναι βρικόλακας.
You’re a vampire…? Go away! Monster! Go away!
Μετακομίζουν συχνά με τους δικούς της για να μην τους καταλάβει κανείς. Η Ma Ri πιστεύει ότι δε χρειάζεται φίλους.
Αλλά η θεία της(που δεν θυμάμαι πραγματικά το όνομά της) ξέρει πως αυτό δεν ισχύει. Ξέρει πως η Ma Ri φοβάται να δεθεί για να μην πληγωθεί.
Ma Ri and Jae Min
Στην αρχή του manga κοιμήθηκε μέσα στο τραίνο επειδή ήταν κουρασμένη. Μπήκε μέσα ένα αγόρι από το ίδιο σχολείο, ο Jae Min και βρήκε τη μυρωδιά του αίματός του πολύ γλυκιά. Κατά κάποιο τρόπο τον δάγκωσε, αλλά δεν του ήπιε το αίμα. Ο Jae Min αν και μισεί τις γυναίκες, αρχίζει να τη σκέφτεται και εν τέλει του αρέσει. Η Ma Ri λέει πως δεν τον αντέχει, αλλά του μιλάει μερικές φορές, ψυχρά ωστόσο. 

Ταυτοχρόνως η Ma Ri γνωρίζεται με δύο κορίτσια τη Soo Ri με τα πορτοκαλί μαλλιά που μοιάζει με αγόρι και την Woo Mi με τα γυαλιά, που είναι πολύ ήσυχος άνθρωπος. Την καλούν στο κλαμπ μουσικής, και αυτή δέχεται μετά από πολλές πιέσεις. Ο Jae Min μπαίνει και αυτός στο κλαμπ μαζί με δύο αγόρια που δε μας νοιάζουν.
Όσο προχωρά η ιστορία, η Ma Ri χωρίς να το καταλάβει αρχίζει να αγαπά αυτά τα δύο κορίτσια. Και δεν ενοχλείται τόσο από την παρουσία του Jae Min(ο οποίος αξίζει συγχαρητήρια που του αρέσει μια κοπέλα που με το ζόρι του λέει ένα γεια. Επιπλέον, είναι πολύ γλύκας, της πήρε δώρο ένα πουά κοκαλάκι *_*). 

Ωστόσο μια σειρά για τους βρικόλακες βγαίνει στην τηλεόραση και αρχίζουν τα κακά σχόλια για εκείνους. Η Ma Ri προσπαθεί να πείσει τον εαυτό της πως δεν την πειράζει. Δεν την πειράζει. Όχι…
Αλλά την πειράζει. Κλαίει.

‘‘Make one of your self. A real friend that understands you, said her aunt to her when she was only a little girl.
What was she talking about? , Ma Ri thought. I mean it doesn’t make sense to be friends with Humans in the first place. They could never understand us. No, they won’t even want to understand us. What was I expecting? Stupid… It’s okay. I don’t need it. I don’t need things like that…’’.
Προσπαθεί να ξεκόψει από τις φίλες της και από τον Jae Min γιατί ξέρει ότι δε θα την αποδεχτούν ποτέ για αυτό που είναι. Την ώρα που πάει να εγκαταλείψει τη Soo Ri, συμβαίνει ένα ατύχημα. Η Ma Ri μπαίνει στη μέση για να τη σώσει. Και η Soo Ri ανακαλύπτει πως είναι βρικόλακας.
Και όμως, παρά την προειδοποίηση της καρκινοπαθούς μητέρας της να μην μπλέξει με βρικόλακες, η Soo Ri αγαπά τη Ma Ri. Τη θέλει κοντά της. Της λέει να πάνε μία βόλτα για να την κεράσει ένα χυμό.
Ma Ri: ..I’m a monster. That monster you hate from the bottom of your heart. Why are you treating one like this? Are you afraid that I might go after you one day? If that’s what’s bothering you…
Soo Ri: STOP IT, ENOUGH! HOW ARE YOU A MONSTER?! YOU’RE NOT A MONSTER! YOU’RE NOT! You CAN’T be! What kind of monster saves people…?
*some hours later*
Soo Ri: I’m really sorry. Give me one more chance Ma Ri.
Ma Ri: I…I don’t know. It…It’s the first time knowing a girl like this. I don’t know what I have to do in this situation…
Soo Ri: Why~? What’s the big deal~? We can just be like we were before. What’s the problem? I’ll promise to keep your secret, trust me okay?
Ma Ri: *tearing up* Thanks…
I thought it had nothing to do with me. I thought they(the friends) didn’t exist.
But I found one. 
A friend.

Το νόημα όλου αυτού του μακροσκελέστατου παραλόγου είναι για να πω πως απλά μερικές φορές οι φίλοι σε καταλαβαίνουν. Ό,τι και αν είσαι. 


Υ.Γ. Δε μπορούσα να αντισταθώ γιατί αγαπώ το σχέδιο too much. Lena Duchannes by Kami Garcia & Margaret Stohl

Τρίτη 13 Δεκεμβρίου 2011

Things I love about winter

Πράγματα που αγαπώ σε σχέση με το χειμώνα:
v     Πλεχτά ζεστά πουλόβερ
v     Να περπατώ στον κρύο αέρα που κοκκινίζει τη μύτη και τα μάγουλα
v     Σκούφοι <3
v     Τις μέρες με τον άνεμο που ανακατεύει τα μαλλιά
v     Να στολίζω με φωτάκια το δωμάτιο
v     Διακοσμητικές χιονόμπαλες.-
v     Το πνεύμα των διακοπών
v     Τη μουσική των Χριστουγέννων
v     Τις διακοπές καθαυτές
v     Να μετρώ τις μέρες ανάποδα για τα Χριστούγεννα
v     Τον ενθουσιασμό του πρώτου χιονιού(αν και μία φορά έχω δει χιόνι :C)
v     Τη μυρωδιά των ελάτων
v     Χριστουγεννιάτικες Κάρτες *_*
v     Να κρεμώ κάλτσες με χιονάνθρωπους στο τζάκι
v     Άνετα κασκόλ
v     Να βάζω έξτρα κουβέρτες επειδή κρυώνω
v     Αγιοβασιλιάτικοι σκούφοι
v     Να βάζω κορδέλες στα δώρα
v     Χάρτινες χιονονιφάδες
v     Να κάθομαι τυλιγμένη με μια καρό κουβέρτα στο πεζούλι του τζακιού πίνοντας καφέ ή σοκολάτα
v     Να ζωγραφίζω σε παγωμένα παράθυρα
v     Να στολίζω το δέντρο
v     Πλεκτά γάντια
v     Ζεστό τσάι
v     Τα γκριζωπά ψυχρά πρωινά
v     Το πολικό εξπρές.-
v     Το πόσο όμορφα δείχνουν τα πάντα με τα φωτάκια
v     Ζεστή σοκολάτα <3
v     Εξωτερικές διακοσμήσεις
v     Να λέω τα κάλαντα :Ρ
v     Να ανάβω το τζάκι
v     Να στολίζω το σπίτι
v     Να ξετυλίγω τα καλώδια με τα λαμπάκια
v     Να ανάβω το δέντρο και να το χαζεύω από μακριά
v     Χειμερινά ηλιοβασιλέματα
v     Ζεστές ψηλές κάλτσες
v     Τζάκι + εξωσχολικό βιβλίο