Έρχεσαι και με ρωτάς «Γιατί δε μιλάς σε κανέναν; Γιατί τα
κρατάς όλα μέσα σου;».
Γιατί δεν είχα ποτέ κανέναν εκεί. «Μια χαρά στα λέω όλα»
απαντώ με τη μάσκα χαμόγελου.
Οι άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν. Οι γύρω μου τουλάχιστον. Πώς είναι
να είσαι πάντα μόνος. Να μη σε θέλει κανείς και να μη σου μιλάει κανείς και να
σε αγνοούν όλοι.
Προσπάθησα να στο εξηγήσω όμως. Σου μίλησα. Για το τι μου
έχει συμβεί. Για πολλά πράγματα.
Και τώρα…. «Ίσως πρέπει να κόψουμε τα πολλά πολλά Μαρία».
Αυτό συμβαίνει.
Για αυτό δε μιλάω. Για αυτό δε λέω ποτέ τι σκέφτομαι
Γιατί αφήνεις ανθρώπους μέσα, τους αφήνεις να σε νιώσουν και
να σε μάθουν και μετά ΜΠΟΥΜ.
Πάντα αυτό συμβαίνει. Τους αφήνεις μέσα, φεύγουν και σε
σπάνε.
Πάντα θα βρουν κάτι κακό, πάντα θα βρουν κάτι που να τους ενοχλεί
και θα σου πουν «αντε και γαμήσου» και θα σου γυρίσουν την πλάτη.
Έχω βαρεθεί να βλέπω πλάτες. Έχω βαρεθεί να κυνηγάω κόσμο.
Θέλω μία φορά κάποιος να φοβάται να χάσει εμένα και να
κυνηγάει εμένα και να με θέλει στη ζωή του.
Αλλά δε γίνεται. Ποτέ. Οι άνθρωποι πάντα φεύγουν.
Αλλά δε μπορώ να καταλάβω τι κάνω πάντα τόσο λάθος και όλοι
φεύγουν..;