Λίγες οι νύχτες με φεγγάρι που μ' άρεσαν.
Τ' αλφαβητάρι των άστρων που συλλαβίζεις
όπως το φέρει ο κόπος της τελειωμένης μέρας
και βγάζεις και άλλα νοήματα κι άλλες ελπίδες,
πιο καθαρά μπορείς να το διαβάσεις.
Τώρα που κάθομαι άνεργος και λογαριάζω
λίγα φεγγάρια απόμειναν στη μνήμη.[...]
Πίσω από τα λιμάνια του γυρισμού, στην άκρη
μιας φθινοπωρινής μπόρας το φεγγάρι
ξεπέρασε τα σύννεφα, και γίναν
τα σπίτια στην αντίπερα πλαγιά από σμάλτο.
Σιωπές αγαπημένες της σελήνης.
Και είναι πράγματι σπουδαίος σύντροφός μου το φεγγάρι. Με συνοδεύει τις νύχτες που οι έγνοιες, η θλίψη και το άγχος δε με αφήνουν να κοιμηθώ. Τότε αψηφώ το κρύο ή την υγρασία ή τη βροχή και βγαίνω στη βεράντα. Αν είμαι τυχερή, η σελήνη θα έχει βγει και θα φωτίζει τον ουρανό, κάνοντάς τον να παίρνει ένα ανοιχτό σκούρο μπλε χρώμα, τόσο αγαπημένο. Μαζί με τη σελήνη, αγαπημένοι φίλοι μου τ' αστέρια που μ' αφήνουν συνεχώς και συνεχώς με 'κείνη την γλυκόπικρη αίσθηση. Είναι τόσο μακρυά μου και δε μπορώ ποτέ μα ποτέ να τα αγγίξω. Και όμως παραμένουν πολύτιμα. Μια από τις νύχτες που πέρασαν ήταν μία από αυτές τις λίγες νύχτες που αποφάσισα να μιλήσω ξανά στο φεγγάρι για αυτά που με απασχολούν. Kαι το φεγγάρι για μια ακόμα φορά στάθηκε ακίνητο να με ακούσει, όπως την πρώτη φορά που του μίλησα στη σκεπή ενός κτηρίου μιας κατασκήνωσης. Και δεν άφηνε ούτε τα σύννεφα να εμποδίσουν την κουβέντα μας.
Και ήταν αυτή η εξομολόγηση μία από 'κείνες που με έκαναν να ανοίξω εκείνο το κουτί που έχω μέσα μου με τις αναμνήσεις. Τίποτα δε μπορεί να ξεχαστεί, όπως πολύ σοφά το έθεσαν η Tohru Honda και ο Momiji Sohma στο Fruits Basket. "I think there is no memory that can be forgotten. There is not that kind of memory. No matter what kind of memory it is, it shall always be in your heart.". Και τα καλά και τα άσχημα και τα χαρούμενα και τα λυπημένα σε έχουν κάνει αυτή που είσαι μέχρι τώρα, είπε το φεγγάρι. Όμως εγώ συνέχιζα να κλαίω για όλα τα παλιά που με είχαν κάνει να κλάψω και τότε. Πονάς διπλά, όταν σκέφτεσαι κάποιον που πλήγωσε, είπε το φεγγάρι. Οι άνθρωποι είστε παράξενα πλάσματα. Πληγώνετε ο ένας τον άλλον, ακόμα και αν μοιράζεστε τους βαθύτερους δεσμούς της αγάπης. Είχε δίκιο. Είναι όμως απελπιστικό να ξέρεις πως θα πληγωθείς. Να ξέρεις πως θα πληγώσεις. Να ξέρεις πως θα δεθείς και πως θα αισθανθείς και πως θα νιώσεις πράγματα και στο τέλος όλα αυτά θα γκρεμιστούν. Ποιο το νόημα μετά να έχεις μια καρδιά; Μια καρδιά που σπάει και γίνεται κομμάτια; Το φεγγάρι δεν ήξερε για λίγο τι να απαντήσει ή απλώς σκεφτόταν πολύ τι να απαντήσει σε μία απελπισμένη έφηβη με μηδενιστικές τάσεις. Νομίζεις πως ένα λουλούδι δεν ξέρει ότι θα μαραθεί; Όμως κάθε λουλούδι ανθίζει. Νομίζεις πως η κάμπια δεν ξέρει πως μόλις βγάλει τα φτερά της, έχει λίγες μέρες ζωή; Κι όμως, κάθε πεταλούδα παίζει με τις ηλιαχτίδες του ήλιου ανάμεσα στα τριαντάφυλλα. Έρχονται εδώ για τους δικούς τους λόγους. Το λουλούδι για να μοσχοβολήσει και για να γεμίσει με χρώμα το γκρί της καθημερινότητάς σας. Η πεταλούδα για να σταματήσει να έπρεται ως κάμπια και να πετάξει. Κάνουν όλοι τις προσπάθειές τους. Μια φορά, σε ένα ταξίδι μου, χρόνια πριν και μίλια μακριά από εδώ είχα δει ένα υπέροχο θέαμα. Ήταν δύο ολόλευκες πεταλούδες, η μία με μαύρες και η άλλη με κόκκινες βούλες. Είχαν ερωτευτεί. Πόσο ανόητο για τις πεταλούδες που σε λίγο θα πεθάνουν να ερωτευτούν. Κι όμως. Εκείνες ανέμελα και χαρούμενα χόρευαν κάτω από τις ακτίνες μου και μοιάζαν ασημένιες μέσα στο σκοτάδι της νύχτας. Όταν πήγαν να κοιμηθούν, ακούμπησαν στο ίδιο κατακόκκινο τριαντάφυλλο. Την επόμενη μέρα πέθαναν. Πέθαναν όμως γνωρίζοντας την πραγματική αγάπη. Το φεγγάρι είχε δίκιο. Ήταν σοφό και είχε πείρα. Οι πεταλούδες αν και πέθαναν γνώρισαν κάτι πολύ σημαντικό: την αξία της αγάπης. Άρα μου έλεγε πως παρότι πληγωνόμουν αδιάκοπα, θα έπρεπε να χαίρομαι που έστω για μια φορά, κάποια στιγμή, ήμουν τόσο σημαντική για κάποιον, όσο η μία πεταλούδα για την άλλη, όταν είχαν χορέψει κάτω από τις φεγγαραχτίδες. Πολύ σωστά, απάντησε το φεγγάρι λίγο πριν πάει να κοιμηθεί. Και μια μέρα, αν όχι πολύ σύντομα, τότε όχι πολύ αργά, θα βρεις και ΄συ τη δική σου πεταλούδα μέσα στον κήπο του κόσμου. Το φεγγάρι έφυγε αφήνοντάς με μόνη με τα αστέρια τα οποία σιωπηλά μας παρακολουθούσαν τόση ώρα. Τα κοίταξα σκεφτική. Σαφώς ο διάλογός μου με τη σελήνη δεν είχε γίνει ποτέ. Το φεγγάρι δε μιλάει. Αλλά παρεμένει σιωπηλό και σε ακούει υπομονετικά. Σιωπές αγαπημένες της σελήνης. Είναι τόσο αγαπημένες και ξεχωριστές επειδή σε κάνουν να γνωρίζεις τον εαυτό σου. Και εκείνη τη στιγμή, που ήμουν τόσο απελπισμένη και που η σελήνη είχε φύγει, ένα δάκρυ κύλησε. Μέχρι που είδα το ζευγάρι από τις άσπρες πεταλούδες να χορεύει κάτω από το φως των αστεριών.